02 Ιούν Eτσι θα φτιάξετε το ελληνικό τεχνολογικό success story
Όταν το 2008 όταν ο Noam Band ανέπτυσσε με τη startup εταιρεία του ένα νέο λειτουργικό συνεργασίας με το Διαδίκτυο για τα τηλέφωνα Nokia. Η εταιρεία του είχε βρει χρηματοδότες, η Nokia ήταν από τις ισχυρότερες εταιρείες της αγοράς και η επιτυχία φάνταζε βέβαιη. Μέχρις ότου εμφανίστηκε το iPhone, που ανέτρεψε τα πάντα, αφού η αγορά στράφηκε στα τηλέφωνα touch screen. «Αυτό ήταν κάτι που δεν μπορούσαμε να έχουμε προβλέψει, το κατάλαβαν και οι επενδυτές μας, που έχασαν τα λεφτά τους. Δεν έχασαν, όμως, την πίστη τους στην ομάδα μας, γιατί η ιδέα μας ήταν αντικειμενικά καλή. Στην επόμενη καλή μας πρόταση, οι ίδιοι μας έδωσαν ξανά χρήματα». Η ιστορία έρχεται να αποδείξει ότι για μια startup ακόμα και η αποτυχία είναι καλή, όταν έρχεται για τους κατάλληλους λόγους.
Η γνώμη του Noam Band έχει ειδικό βάρος. Μετρά 15 χρόνια δραστηριότητας στις νεοφυείς επιχειρήσεις και, έχοντας δημιουργήσει, διευθύνει και συμβουλεύσει εταιρείες άλλων, τώρα τρέχει τη δική του startup. Στο ενεργητικό του περιλαμβάνεται η εξαγορά έναντι 295 εκατ. δολαρίων της startup που διηύθυνε, Dotomi.
«Το πιο σημαντικό πράγμα είναι να μπορείς να προσαρμόζεσαι και να αλλάζεις ανάλογα με τις συνθήκες», προσθέτει η Ayla Matalon, που έχει 20 χρόνια ενασχόλησης είτε ως σύμβουλος είτε ως επενδύτρια με τις startups.
Αυτήν τη στιγμή διδάσκει επιχειρηματικότητα υψηλής τεχνολογίας σε τρία πανεπιστήμια και παράλληλα είναι εκτελεστική διευθύντρια του παγκόσμιου φόρουμ επιχειρηματικότητας του MIT.
Όπως εξηγεί, μια από τις πιο επιτυχημένες startups του Ισραήλ ξεκίνησε με στόχο να αναπτύξει ένα λογισμικό τεχνητής νοημοσύνης. Ο ιδρυτής της, για να προστατεύσει το λογισμικό, δημιούργησε ένα προηγμένο εργαλείο προστασίας. Όταν οι αγοραστές ενδιαφέρθηκαν για το εργαλείο περισσότερο από το προϊόν, η εταιρεία άλλαξε προσανατολισμό και πέτυχε.
Ο Noam Band και η Ayla Matalon θεωρούνται δικαίως οι «γκουρού» της αγοράς startup στο Ισραήλ, τη χώρα που πέτυχε ένα μοναδικό success story και πλέον θεωρείται ως η Silicon Valley της Μεσογείου.
«Η διαδικασία ήταν μακροχρόνια και δεν συνέβη μέσα σε μία ημέρα. Συνετέλεσαν οι μακροοικονομικές συνθήκες, το γεγονός ότι το Ισραήλ, για να επιβιώσει, έπρεπε να στραφεί στις διεθνείς αγορές, αφού δεν υπήρχε δυνατότητα για εμπόριο με τους γείτονές του. Ωστόσο, ίσως η αφορμή για την έκρηξη δόθηκε τη δεκαετία του ’70, όταν επέστρεψαν στο Ισραήλ τρία στελέχη της IBM, της Intel και της National Semiconductors, με στόχο να ανοίξουν κέντρα έρευνας και ανάπτυξης στην πατρίδα τους», εξηγεί η Ayla Matalon.
Βεβαίως, βοήθησε και η κυβέρνηση, ιδιαίτερα στο σκέλος της αρχικής χρηματοδότησης, δημιουργώντας 10 funds με «προίκα» 100 εκατ. δολάρια και ευέλικτη δομή: για κάθε 8 εκατομμύρια που έδινε η κυβέρνηση, η εταιρεία έπρεπε να συγκεντρώσει άλλα 12, ενώ μέσα σε 5 χρόνια μπορούσε να επαναγοραστεί το ποσοστό του κράτους. «Ωστόσο, η εμπλοκή του κράτους ήταν περιορισμένη και ελεγχόμενη», λέει η Matalon.
«Και οι επιχειρηματίες είδαν ότι, εάν θέλουν να πετύχουν, πρέπει να ανοιχτούν στις διεθνείς αγορές», προσθέτει ο Noam Band. «Η έκρηξη ήρθε τη δεκαετία του ’90, όταν με την τεχνολογική επανάσταση του Internet είδαμε ότι υπάρχει μια παγκόσμια αγορά.
Η πρώτη ισραηλινή εταιρεία εξαγοράστηκε από την AOL δύο χρόνια αφότου δημιουργήθηκε, με 2 εκατ. δολάρια, έναντι 400 εκατ. δολαρίων. Αυτό επαναλήφθηκε ξανά και ξανά».
Το «κλειδί»
Ποια είναι, όμως, η μία πιο σημαντική συμβουλή που θα έδιναν σε έναν startuper που ξεκινά σήμερα οι δύο ειδικοί; «Επικοινώνησε με τους ανθρώπους όσο μπορείς την ιδέα και το σχέδιό σου, μη φοβάσαι ότι μπορεί να σου κλέψουν την ιδέα. Είναι αξιοθαύμαστο πόσα μπορείς να κερδίσεις από τις απαντήσεις, θετικές ή αρνητικές που θα λάβεις», απαντά ο Band. Όταν η Google έφτιαξε τη μηχανή αναζήτησης, δεν ήξεραν πώς θα βγάλουν χρήματα και οι ιδρυτές της απευθύνθηκαν σε έναν γνωστό Ισραηλινό επιχειρηματία, που τους πρότεινε να μετατρέψουν τη σελίδα των αποτελεσμάτων σε 2/3 αποτελέσματα αναζήτησης και 1/3 πληρωμένη αναζήτηση. Μια δωρεάν συμβουλή αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων…
Εξίσου σημαντική είναι η ομάδα, λέει η Matalon.
Εάν ρωτήσεις τους venture capitalists πώς αποφασίζουν να χρηματοδοτήσουν μια εταιρεία, ακριβώς επειδή οι ιδέες πρέπει να αλλάζουν, ο παράγοντας-«κλειδί» είναι η ποιότητα της ομάδας. Ο Band προσθέτει τον σημαντικό ρόλο που παίζει και το μέγεθος της αγοράς στην οποία απευθύνεται μια εταιρεία. Πριν από 15 χρόνια 1 εκατομμύριο χρήστες ήταν αρκετοί. Σήμερα, επιτυχημένες εταιρείες, όπως το WhatsApp, φτάνουν τα 450 εκατομμύρια.
Τι μπορεί να κάνει η Ελλάδα, μια χώρα χωρίς ιδιαίτερη τεχνολογική παράδοση, είναι το ερώτημα που ακολουθεί.
«Ούτε το Ισραήλ είχε παράδοση πριν από 20 χρόνια», απαντά ο Band. «Αυτό που συνέβη ήταν ότι υπήρξε καλή σύνδεση με τους Ισραηλινούς στις ΗΠΑ, ιδιαίτερα στη Silicon Valley. Νομίζω ότι και για την Ελλάδα ισχύει το ίδιο. Πολλοί Έλληνες δουλεύουν σε υψηλά ιστάμενες θέσεις σε εταιρείες στη Silicon Valley, εκμεταλλευτείτε τους. Η τεχνολογία είναι ο πιο γρήγορος τρόπος να αναπτυχθείς, είναι το μέλλον, και, απ’ ό,τι είδα, στην Ελλάδα οι άνθρωποι έχουν καλή κατάρτιση και προσανατολισμό, ενώ έχετε πολύ καλά πανεπιστήμια. Πριν από 20 χρόνια το 5% των εξαγωγών του Ισραήλ ήταν σε software και οι κύριες εξαγωγές μας ήταν πορτοκάλια. Σήμερα πάνω από 50% των εξαγωγών είναι software και τα πορτοκάλια είναι ένα μικρό ποσοστό».
«Πρέπει να κοιτάξετε και τους τομείς στους οποίους είστε ήδη καλοί: τη γεωργία, τον τουρισμό, τη ναυτιλία. Δείτε τι μπορείτε να αναπτύξετε γύρω από αυτούς τους τομείς. Αυτή είναι η φυσική εξέλιξη», προσθέτει η Matalon.
Και οι δύο, πάντως, συμφωνούν ότι υπάρχει ευκαιρία. «Το σημαντικό είναι να υπάρξουν πρότυπα, να καταγραφούν επιτυχίες και να πει ο κόσμος “αφού αυτοί μπορούν, μπορώ και εγώ”. Εάν αποκτήσετε κατάλληλα πρότυπα, ο τομέας της τεχνολογίας μπορεί να απογειωθεί», καταλήγει η Matalon.